Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2008

Μύθοι και παρανοήσεις σχετικά με τη διδασκαλία της Ιστορίας

Στη συζήτηση που διεξάγεται τις τελευταίες εβδομάδες γύρω από την διδασκαλία της Ιστορίας μπορούν να εντοπισθούν πολλοί μύθοι και παρανοήσεις. Αυτό συμβαίνει γιατί, στην συντριπτική τους πλειονότητα, όσοι σχολιάζουν το συγκεκριμένο θέμα δεν δείχνουν διάθεση να το μελετήσουν ουσιαστικά.

Μια άποψη, που εκφράστηκε από πολλούς, είναι ότι η ιστορία μας είναι δεδομένη και όσοι μιλούν για αλλαγή στοχεύουν στην παραχάραξή της. Η άποψη ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη αντικειμενική αφήγηση, που είναι αντίγραφο του παρελθόντος, αποτελεί βασική παρανόηση. Παρόλα αυτά, πολλοί από αυτούς που την εκφράζουν διεκδικούν τον τίτλο του ειδικού γύρω από το θέμα. Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλές διαφορετικές και συχνά αντικρουόμενες αφηγήσεις που επιχειρούν να περιγράψουν το παρελθόν. Οι διαφορές στις αφηγήσεις οφείλονται σε πολλούς παράγοντες (και όχι μόνο στην προσπάθεια για στρέβλωση κάποιας αλήθειας) τους οποίους εξετάζει η επιστήμη της ιστορίας. Το αστείο ή το τραγικό (εξαρτάται από πια σκοπιά το βλέπει ο καθένας) είναι ότι αυτή η παρανόηση εντοπίζεται από διάφορα ερευνητικά μοντέλα ανάπτυξης της ιστορικής σκέψης στα χαμηλότερα επίπεδα κατανόησης. Με άλλα λόγια, η πιο πάνω άποψη θα έπρεπε να εντοπίζεται μόνο στους μαθητές των μικρότερων ηλικιών.

Μια άλλη σημαντική παρανόηση είναι ότι η διδασκαλία ενός μαθήματος ισούται με το εγχειρίδιο διδασκαλίας, και στην περίπτωση της ιστορία με το περιεχόμενο (γεγονότα). Πολλοί «ειδικοί» σχολιάζουν το θέμα της διδασκαλίας της ιστορίας χωρίς να κάνουν οποιαδήποτε αναφορά στη διδακτική μεθοδολογία. Έχουμε έτσι μια συζήτηση που ουσιαστικά περιστρέφεται μόνο γύρω από το περιεχόμενο που πρέπει να περιλαμβάνουν τα σχολικά εγχειρίδια της ιστορίας. Πολλοί μάλιστα φαίνεται να αγνοούν ότι η διδασκαλία της ιστορίας αποτελεί ξεχωριστό κλάδο της παιδαγωγικής επιστήμης.

Ένας μύθος γύρω από τη διδασκαλία της ιστορίας στο εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι το ότι τα σχολικά εγχειρίδια δεν χρήζουν αλλαγής αφού δεν περιέχουν σοβινιστικά ή εθνικιστικά στοιχεία. Η απουσία πολύ ακραίων απόψεων ή εκφράσεων θεωρείται σε αυτή την περίπτωση αρκετή για να διασφαλιστεί ότι τα σχολικά εγχειρίδια δεν καλλιεργούν οποιεσδήποτε αρνητικές στάσεις απέναντι στον Άλλο. Ταυτόχρονα θεωρείται απόλυτα αποδεχτό το ότι στις χιλιάδες χρόνια που περιγράφονται από τα σχολικά εγχειρίδια ιστορίας οι Έλληνες (οι Κύπριοι τυγχάνουν συνήθως λιγότερης προβολής) είχαν πάντα το δίκαιο με το μέρος τους και ήταν πάντοτε τα θύματα των ιμπεριαλιστικών διαθέσεων των γειτονικών λαών. Θεωρείται επίσης αποδεχτό να μην υπάρχει καμιά αναφορά στις ειρηνικές περιόδους συμβίωσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, ενώ οι μόνες φορές που γίνεται αναφορά στους Τουρκοκύπριους είναι στις περιόδους συγκρούσεων ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Περιττό φυσικά να αναφέρουμε ότι για τις συγκρούσεις αυτές την αποκλειστική ευθύνη είχαν πάντα οι Τουρκοκύπριοι (σύμφωνα με τα σχολικά μας εγχειρίδια).

Ένας άλλος μύθος είναι εκείνος που λέει ότι η αλλαγή στη διδασκαλία της ιστορίας (με στόχο τη συμφιλίωση) θα επέλθει απλά με την συμπερίληψη σε αυτή γεγονότων όπως η δράση της ΕΟΚΑ Β΄, οι αγριότητες ομάδων Ελληνοκυπρίων εις βάρος των Τουρκοκυπρίων, η ύπαρξη Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων και προσφύγων, οι ειρηνικές περίοδοι συνύπαρξης, οι κοινοί κοινωνικοί αγώνες τα κοινά ήθη και έθιμα κ.α. Παρόλο που τα πιο πάνω είναι σημεία που δεν πρέπει να αποκρύβονται, η συμπερίληψη τους δεν είναι αρκετή. Ο μύθος αυτός ξεκινά και πάλι από την παρανόηση ότι ιστορία είναι μόνο το περιεχόμενο. Άρα συμπεριλαμβάνοντας περιεχόμενο που δείχνει ότι και οι δύο κοινότητες έκαναν λάθη και ότι έχουμε κοινά χαρακτηριστικά, εξασφαλίζεται ότι θα δούμε τους Τουρκοκύπριους με θετικό μάτι. Στην πραγματικότητα αυτό που θα γίνει σε αυτή την περίπτωση είναι ότι οι μαθητές στην πλειονότητα τους θα διατηρήσουν τις ιδέες και απόψεις που έχουν και οι οποίες στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις ανεπίσημες αφηγήσεις που έχουν στη διάθεσή τους (από οικογένεια, φίλους, Μ.Μ.Ε., κοινότητα κτλ.). Έτσι όσοι βλέπουν τους Τουρκοκύπριους ως τον «κακό» της ιστορίας θα συνεχίσουν να έχουν αυτή την αντίληψη και θα απορρίπτουν τη σχολική ιστορία ως λανθασμένη.

Ποιος, λοιπόν, πρέπει να είναι ο ρόλος της διδασκαλίας της ιστορίας και πώς πετυχαίνουμε την αλλαγή; Για να έχουμε ουσιαστική αλλαγή στη διδασκαλία της ιστορίας, πρέπει να απομακρυνθούμε πρώτα από τη λογική ότι η ιστορία είναι απλά μια αφήγηση γεγονότων. Πρέπει επίσης να απαλλάξουμε την ιστορία από το ρόλο του διαμορφωτή εθνικών συνειδήσεων ή του συμφιλιωτή των ανθρώπων. Βασικό αντικείμενο της διδασκαλίας της ιστορίας θα πρέπει να είναι η ίδια η ιστορία. Η ιστορία διαθέτει ως επιστήμη τις δικές της μεθόδους και έννοιες τις οποίες ένα αναλυτικό πρόγραμμα διδασκαλίας πρέπει να λαμβάνει υπόψη και να στοχεύει να αναπτύξει (στο δυνατό βαθμό) στους μαθητές του. Μέσα από την καλλιέργεια αυτών των ιστορικών εννοιών και δεξιοτήτων, οι μαθητές θα αναπτύξουν τα απαραίτητα νοητικά εργαλεία για κατανόηση της ιστορίας, κάτι πολύ πιο ουσιαστικό και χρήσιμο από την απομνημόνευση έτοιμων αφηγήσεων και κατ’ επέκταση την υιοθέτηση προκαθορισμένων στάσεων. Η διδασκαλία της ιστορίας μπορεί προσφέρει πολύ περισσότερα από την προώθηση ιδεών και στάσεων περιορισμένων τοπικά και χρονικά. Η προσφορά της μπορεί να είναι διαχρονική αφού βοηθώντας τους μαθητές να κατανοήσουν το παρελθόν τους προσφέρει τα μέσα για να κατανοήσουν το παρόν αλλά και το μέλλον (με την έννοια ότι μπορούν να αξιολογούν τις επιλογές που παρουσιάζει το μέλλον). Κάτω από αυτό το πρίσμα, οι συζητήσεις γύρω από το ποια στάση πρέπει να καλλιεργείται απέναντι στους Τουρκοκυπρίους ή το βαθμό στον οποίο οι αλλαγές θα πλήξουν την εθνική συνείδηση ή θα κάμψουν το αγωνιστικό φρόνιμα των μαθητών δεν πρέπει να απασχολούν την διδασκαλία της ιστορίας.

Αυτή η διαδικασία ανάπτυξης της ιστορικής σκέψης δεν μπορεί να εγγυηθεί την δημιουργία πατριωτών ή πολιτών που αποδέχονται τον Άλλο, αλλά μπορεί να εγγυηθεί ότι θα βοηθήσει τους μαθητές να κατανοήσουν τον κόσμο στον οποίο ζουν (αλλά και εκείνο στον οποίο θα ζήσουν στο μέλλον) και τις διαδικασίες του. Αυτός θα πρέπει να είναι και ο γενικότερος στόχος της παιδείας∙ να εφοδιάζει τους μαθητές με τις δεξιότητες, τις γνώσεις και τα εργαλεία για να κατανοήσουν και να λειτουργήσουν στον κόσμο τους και όχι απλά να τους καλουπώνει για να ταιριάζουν στον κόσμο των γονέων τους (ή ακόμα χειρότερα σε εκείνο των παππούδων τους).

Δεν υπάρχουν σχόλια: